Π α ν α ν θ ρ ώ π ι ν η A γ κ α λ ι ά
Το Φεβρουάριο του 2005, το Δίκτυο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, προκύρηξε το Β' Πανελλήνιο Διαγωνισμό-Έρευνα με θέμα "Η συμβίωση σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία". Το σχολείο μας συμμετείχε με την έκδοση μιας εφημεριδούλας με τίτλο "Πανανθρώπινη Αγκαλιά". Στο φύλλο αυτό παρουσιάστηκε η έρευνα, το ρεπορτάζ και οι συνεντεύξεις.
Η εργασία απέσπασε ΕΠΑΙΝΟ ανάμεσα σε εργασίες 277 σχολείων από όλη την Ελλάδα!
Παρουσιάζουμε ένα μέρος της εργασίας μας.
Με το δικό μας μάτι...
Τ ο έναυσμα αποτέλεσε το έγγραφο που έφτασε στο σχολείο μας το Φεβρουάριο και μαζί το κίνητρο για να συνειδητοποιήσουμε όλα όσα καθημερινά συμβαίνουν γύρω μας, ακόμα και μέσα στο ίδιο μας το σχολείο.
Είμαστε μαθητές του Γυμνασίου Βάμου, ενός ημιορεινού χωριού των Χανίων της Κρήτης το οποίο απέχει μόλις 23 χιλιόμετρα από την πόλη των Χανίων. Καθημερινά συνυπάρχουμε στο σχολείο—μαζί με το Γιάννη, τη Μαρία, την Κατερίνα, τον Κώστα και το Βαγγέλη—αλλά και με την Κάτια, το Ρουσλάν, τη Φατιόνα, τη Θοδώρα, τη Βερόνικα, την Αλεξάνδρα, τον Αλέξη, την Άρτα, την Κατερίνα και τη Μαργαρίτα. Παιδιά από την Αλβανία, τη Ρουμανία, τη Μολδαβία, τη Γαλλία, τη Βουλγαρία.
Μα και έξω από το σχολείο συναναστρεφόμαστε με τα ίδια παιδιά και ερχόμαστε σε επαφή με τους γονείς τους. Κυρίως γιατί οι γονείς μας τους παίρνουν στις δουλειές τους. Θελήσαμε να ερευνήσουμε και να ερμηνεύσουμε πιο βαθειά αυτή τη συμβίωση. Αυτή τη συνάντηση της διαφορετικής κουλτούρας, των διαφορετικών πολιτισμών και παράλληλα της αρμονικής συμβίωσης. Γιατί στην περιοχή μας, δεν έχει αναφερθεί κανένα κρούσμα εγκληματικής συμπεριφοράς από αλλοδαπό και τα μικροαδικήματα που αναφέρονται είναι αντίστοιχα με τα αδικήματα των Ελλήνων. Μέσα από την έρευνα που κάναμε στου ενηλίκους, πήραμε απαντήσεις που μας εξέπληξαν θετικά αλλά και αρνητικά. Υπάρχουν άνθρωποι που θεωρούν πολύ αρνητικό το γεγονός να συναναστρέφονται με αλλοδαπούς μιας και δεν αξίζει τον κόπο. Από την απέναντι όμως πλευρά υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι προσπαθούν με ερωτήσεις να μάθουν για τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής των αλλοδαπών, για τον πολιτισμό τους αλλά και για το επίπεδο μόρφωσής τους.
Η πλειοψηφία των ενηλίκων που απάντησε στο ερωτηματολόγιό μας βλέπει θετικά την παρουσία των αλλοδαπών στη χώρα μας. Υπάρχουν βέβαια—ευτυχώς λιγοστές-φωνές που διαφωνούν με την ύπαρξη τους στην Ελλάδα.
Από το ερωτηματολόγιο που δώσαμε στους συμμαθητές μας, φαίνεται καθαρά ότι σχεδόν το σύνολο από αυτούς δεν έχει κανένα πρόβλημα με τους αλλοδαπούς.
Από τις απαντήσεις που πήραμε από τους αλλοδαπούς συμμαθητές μας, φαίνεται ότι έχουν προσαρμοστεί πλήρως στη χώρα μας και έχουν μάθει και την Ελληνική γλώσσα. Όμως, οι μισοί από αυτούς, γνώρισαν την απόρριψη όταν πρωτοήρθαν στην Ελλάδα. Παρόλα αυτά έχουν την καλύτερη εντύπωση για την Ελλάδα και την αγάπησαν κάνοντάς την δεύτερη πατρίδα τους.
Κλείνοντας, θα θέλαμε να στείλουμε από τούτη εδώ τη μικρή γωνιά των Χανίων, μηνύματα αγάπης και αδελφοσύνης. Άλλωστε, ο Σαλής ή Χελιδωνάκης όπως τον φώναζαν οι Χανιώτες, μας δίδαξε ήθος, καλοσύνη και αγάπη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα τότε που τα πράγματα της μετανάστευσης ήταν πολύ διαφορετικά.
Η συμμαθήτριά μας η Θεοδώρα
Όπως όλα τα σχολεία της Ελλάδος, έτσι και το δικό μας, ανήκει στα λεγόμενα πολυπολιτισμικά σχολεία, δηλαδή στα σχολεία εκείνα που φοιτούν μαθητές και μαθήτριες που προέρχονται από διαφορετικές χώρες και πολιτισμούς. Συναντήσαμε σε ένα διάλειμμα από τα μαθήματά μας, στο γραφείο των καθηγητών, τη συμμαθήτριά μας τη Θεοδώρα, μαθήτρια της Β' Γυμνασίου και κάναμε μαζί μια αναδρομή από τη μέρα που ήρθε από τη Βουλγαρία στη χώρα μας, μέχρι και σήμερα. Θαυμάσαμε την ωριμότητα αλλά και την ειλικρίνειά της και ταυτόχρονα νιώσαμε περήφανοι που ανήκει στο σχολείο μας και αποτελεί και μέλος της παρέας μας.
Αιμιλία: Πως ήρθες Θοδώρα στη χώρα μας και κάτω από ποιες συνθήκες;
Θεοδώρα: Ήρθα στην Ελλάδα από τη Βουλγαρία το 2002. Πέρασα κανονικά από τα σύνορα, χωρίς πρόβλημα και ούτε αργότερα αντιμετώπισα κάποιο πρόβλημα. Οι γονείς μου δούλευαν παλιότερα σε κάποιο εργοστάσιο το οποίο έκλεισε και έτσι αναγκαστήκαμε να έρθουμε στην Ελλάδα για να δουλέψουμε. Νομίζαμε ότι θα δουλέψουμε ένα-δύο χρόνια και θα φεύγαμε όμως τελικά δεν ήταν τόσο εύκολο.
Αιμιλία: Συναναστρέφεσαι παιδιά και ενηλίκους από την Ελλάδα;
Θεοδώρα: Ναι, πάρα πολλά. Και αυτό επειδή πηγαίνω και σχολείο. Αισθάνομαι πολύ όμορφα. Φυσικά εξαρτάται και από τον άνθρωπο, όμως οι περισσότεροι δείχνουν αγάπη και κατανόηση.
Αιμιλία: Έχεις προσαρμοστεί στον τρόπο ζωής των Ελλήνων ή αντιμετωπίζεις ακόμα δυσκολίες;
Θεοδώρα: Νομίζω πως ναι, έχω προσαρμοστεί.
Αιμιλία: Πως σε αντιμετώπισαν Θοδώρα οι Έλληνες και πως σε αντιμετωπίζουν σήμερα;
Θεοδώρα: Στην αρχή ήταν δύσκολο να με δεχτούν. Αργότερα όμως, όταν κατάλαβαν τι άνθρωπος είμαι, με δέχτηκαν.
Αιμιλία: Πως σε αντιμετωπίζουν οι Έλληνες συμμαθητές σου;
Θεοδώρα: Πολύ καλά, δεν έχω κανένα πρόβλημα. Με θεωρούν φίλη τους.
Αιμιλία: Ποια η γνώμη σου για την Ελλάδα;
Θεοδώρα: Η Ελλάδα είναι μια καλή χώρα, η οποία μας βοήθησε οικονομικά. Αν δεν ήταν η Ελλάδα, δεν ξέρω τι θα κάναμε στη Βουλγαρία!
Αιμιλία: Σου έχει πει ποτέ κάποιος Έλληνας ή κάποιος συμμαθητής σου, να του μιλήσεις για την πατρίδα σου;
Θεοδώρα: Ελάχιστοι μου το έχουν ζητήσει.
Αιμιλία: Θοδώρα έχεις να μας πεις κάποιο γεγονός άσχημο που συνέβη στην Ελλάδα και σε στεναχώρησε;
Θεοδώρα: Όταν πρωτοήρθα αισθανόμουν πολύ άσχημα γιατί ήμουν σε μια ξένη χώρα. Είχα έρθει σε έναν άλλο κόσμο που δεν γνώριζα ούτε τη γλώσσα. Μου ήταν πολύ δύσκολο να προσαρμοστώ και ήθελα να φύγω να ξαναγυρίσω στην πατρίδα μου. Μου ήταν πολύ δύσκολο να μάθω τη γλώσσα και να συνεννοηθώ με τους άλλους. Με τον καιρό όμως συνήθισα. Ποτέ όμως δεν γνώρισα άσχημη συμπεριφορά από κάποιο άνθρωπο.
Αιμιλία: Έχεις να μας πεις κάποιο γεγονός πολύ όμορφο που σου συνέβη στην Ελλάδα και σε έκανε να νιώσεις και εσύ με τη σειρά σου όμορφα;
Θεοδώρα: Ναι βέβαια, το γεγονός ότι ξεκίνησα σχολείο. Αισθανόμουν πολύ μόνη. Έτσι ξεκινώντας το σχολείο αισθάνθηκα πολύ όμορφα και μπορώ να πω ότι αυτό ήταν το πιο ευτυχισμένο γεγονός που μου συνέβη στην Ελλάδα. Είχα όμως πρόβλημα με τη γλώσσα όπως είπα και παραπάνω. Ήμουν ένα χρόνο στην Ελλάδα και όμως ξεκίνησα το σχολείο από την Ε' Δημοτικού. Τα Ελληνικά είναι αρκετά δύσκολη γλώσσα.
Αιμιλία: Θα ήθελες κάποτε να γυρίσεις στην πατρίδα σου ή θα μείνεις για πάντα στην Ελλάδα;
Θεοδώρα: Θέλω να γυρίσω πίσω. Μου έχει λείψει πολύ η πατρίδα μου και οι άνθρωποί της και θέλω κάποια μέρα να γυρίσω.
Αιμιλία: Θα ήθελα να σου πω Θοδώρα ότι δεν ήξερα ότι ήσουν από άλλη χώρα μέχρι που μου το είπαν κάποιοι συμμαθητές σου. Μίλαγες πολύ καλά τα Ελληνικά και έκανες με όλους παρέα.
Θεοδώρα: Θέλω να προσθέσω ότι αισθάνομαι πολύ άσχημα που είμαι μεγάλη σε ηλικία και ενώ θα έπρεπε να πηγαίνω στο Λύκειο, λόγω της γλώσσας, πηγαίνω στο Γυμνάσιο.
Αιμιλία: Δεν πρέπει να αισθάνεσαι καθόλου άσχημα και δεν πρέπει να ξεχνάς ότι είσαι μια μαθήτρια που πέρυσι έβγαλε μέσο όρο στα μαθήματα 19,5. Θα πρέπει να είσαι περήφανη. Σκέψου σε πόσο μικρό χρονικό διάστημα έμαθες να μιλάς και να γράφεις άριστα τα Ελληνικά. Εμείς για να μάθουμε αντίστοιχα τα Αγγλικά, πηγαίνουμε για πολλά χρόνια στα φροντιστήρια.
Σαλής, ο μαύρος βαρκάρης
Στα Χανιά του προηγούμενου αιώνα... μαθήματα αδελφοσύνης
'Ε χετε σκεφτεί ποτέ τα συναισθήματα των ανθρώπων από άλλη χώρα, με τους οποίους συνυπάρχετε στην ίδια κοινωνία; Ενδιαφερθήκατε ποτέ για τον τρόπο ζωής τους ή για τον τρόπο με τον οποίο σκέφτονται; Πως θα χαρακτηρίζατε τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν με αλαζονεία και περιφρόνηση τους αλλοδαπούς, θεωρώντας τους κατώτερους;
Η ιστορία του Σαλή του μαύρου βαρκάρη, ο οποίος έφτασε στα Χανιά το 1920 και με τη συμπεριφορά του έδωσε στους Χανιώτες, μαθήματα αγάπης και αρμονικής συμβίωσης, μπορεί να ανατρέψει το σκεπτικό εκείνων που αντιμετωπίζουν απαξιωτικά και με υπεροψία τους διαφορετικούς—κατά τη δική τους άποψη— απ' το σύνολο, ανθρώπους.
Ο Σαλής, ένα νεαρός από την Αφρική, έφτασε στα Χανιά στις αρχές του 20ου αιώνα αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Την εποχή εκείνη τα μεγάλα φορτηγά πλοία δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν την πόλη των Χανίων και αναγκαστικά αγκυροβολούσαν αρόδου, ξεφορτώνοντας τα εμπορεύματά τους σε μαούνες. Ταυτόχρονα οι επιβάτες έπρεπε να βγαίνουν στη στεριά με τη βοήθεια βαρκάρηδων. Έτσι ο Σαλής άρχισε να εργάζεται σ' αυτή τη δουλειά.
Κατάφερε να κερδίσει τη συμπάθεια των αφεντικών του και αγάπησε τον τόπο μαζί με τους ανθρώπους του. Δέθηκε τόσο πολύ που αρνήθηκε πεισματικά ν' αποχωρήσει με την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Θυσίαζε ολόκληρο το μισθό του βοηθώντας τους φτωχούς και ανήμπορους ανθρώπους της περιοχής. Οι πράξεις του αυτές, έγιναν γνωστές όχι μόνο στα Χανιά αλλά και σε ολόκληρη την Κρήτη.
Όλοι κατάλαβαν ότι ήταν ένα αξιοθαύμαστος άνθρωπος και μάλιστα ότι είχε μια ευαίσθητη καρδιά. Γιατί ο Σαλής, αν και Μουσουλμάνος, είχε στο σπίτι του εικόνες, έκανε το σταυρό του και επικαλούνταν την Παναγία και τον Αϊ Νικόλα σε κάθε δύσκολη στιγμή. Δεν είχε καμία σημασία αν ήταν αλλόφυλος ή αλλόθρησκος. Στο Θεό της Αγάπης πίστευε και το έδειχνε καθημερινά με τις φιλανθρωπικές του πράξεις.
Για όλα εκείνα που πρόσφερε στη μικρή κοινωνία των Χανίων, για το ηθικό δίδαγμα που μας έδωσε και για το πρότυπο που αποτέλεσε και αποτελεί ακόμα και σήμερα ο Σαλής, είναι ο μοναδικός Μουσουλμάνος που έχει ταφεί σε Χριστιανικό νεκροταφείο, στον Άγιο Λουκά Χανίων. Στη μαρμάρινη πλάκα του τάφου του, χαράχτηκαν οι παρακάτω στίχοι του ποιητή Γεωργίου Γεωρβασάκη που θα κρατούν για πάντα ζωντανή τη μνήμη του Σαλή, του μαύρου βαρκάρη…
Ας ήσουν μαύρος
Ας μην ήσουν Χριστιανός
Ας ήταν μαύρη η μορφή σου
Μ' από το χιόνι πιο λευκή ήτανε η ψυχή σου
Η έρευνά μας στους ενήλικες
Καπαρουδάκη Κατερίνα - Πισσαδάκη Αιμιλία - Σφυρή Ελένη - Φυντριλάκης Βαγγέλης
Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Καλαϊτζάκη Ειρήνη