"ΚΑΡΥΔΙ" ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ
Μια ομάδα 8 παιδιών συνάντησε τον π. Δωρόθεο και προσπάθησε να μάθει την ιστορία του Μοναστηριού αλλά και να λύσει όλες της τις απορίες. Σας παραθέτουμε την κουβέντα μας με τον πατέρα.
Ειρήνη Καλούδη: Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια για την ιστορία του Μοναστηριού;
π. Δωρόθεος: Αυτός ο χώρος εδώ είναι ένα ιστορικό μνημείο του Αποκόρωνα. Ο Αποκόρωνας έχει τρια σημαντικά σημεία. Τη θάλασσα, τη λίμνη του Κουρνά και το Μοναστήρι του. Αυτός ο τόπος είναι πολύ σημαντικός γιατί ενώνει όλες τις περιόδους της ιστορίας. Όταν ήταν οι Ενετοί εδώ υπήρχε ένας οικισμός. Το σπίτι που είδατε ήταν του Ενετού άρχοντα της περιοχής και έχει έντονα αρχιτεκτονικά στοιχεία. Δίπλα υπήρχε το ελαιοτριβείο, η βιομηχανία της εποχής εκείνης. Όταν ήρθαν οι Τούρκοι και κατέλαβαν την Κρήτη, το πέρασμα που βρισκόταν εδώ και ένωνε τα Σφακιά με το Βάμο ήταν στρατηγικό πέρασμα. Εδώ υπήρχαν γύρω στις 10 οικογένειες Ελλήνων ορθοδόξων και οι Τούρκοι για να αφήσουν ελεύθερο το πέρασμα τους πίεσαν ή να αλλαξοπιστήσουν ή να φύγουν. Μερικοί αλλαξοπιστήσαν και κάποιοι άλλοι έφυγαν. Έμειναν όμως 4-5 οικογένειες οι οποίες Τούρκεψαν. Στο χώρο αυτό υπήρχε μια μικρή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που σήμερα σώζονται μόνο ερείπια. Ο Αι Γιώργης τους πείραζε φαίνεται αλλά μάλλον η συνείδηση ήταν εκείνη που πείραζε. Έτσι έβαλαν τους Τούρκους να γκρεμίσουν την εκκλησία. Οι Τούρκοι όμως δύσκολα γκρέμιζαν εκκλησίες και ειδικά τον Αι Γιώργη. Θεώρησαν καλό να βάλουν πρόστιμο στον ιερέα της εκκλησίας, έτσι ώστε εκείνος να μην μπορεί να το πληρώσει και να κάνουν αυτό που ήθελαν. Ο ιερέας προσπαθούσε και έβρισκε τα χρήματα. Όταν όμως δυσκολεύτηκε απευθύνθηκε στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδας και εκείνοι του έδιναν κάθε χρόνο το φόρο και γλίτωσε το εκκλησάκι. Εκείνος από ευγνωμοσύνη δώρισε το εκκλησάκι και τη μικρή περιουσία του στην Αγία Τριάδα.
Έτσι έρχονται οι πατέρες της μονής και χτίζουν το ναό του Αι Γιώργη με τη σημερινή του μορφή το 1850 ή 1880 και αρχίζουν να κλείνουν το χώρο ώστε να δημιουργηθεί μετόχι. Αγόρασαν τις περιουσίες των ανθρώπων που είχαν αλλαξοπιστήσει και σιγά σιγά έγινε ένας σημαντικός τόπος εργασίας. Το 1829 δόθηκε η πρώτη ίσως άδεια στην Κρήτη για να χτιστεί ελαιοτριβείο, εκείνο με τα 12 τόξα. Η περιουσία του μετοχιού μεγάλωνε γρήγορα από δωρεές και μάλιστα πολλών Τούρκων τσιφλικάδων οι οποίοι σέβονταν το Αι Γιώργη και τα θαύματά του. Κάποια στιγμή είχε 3600 ρίζες ελιές εκτός τα ζώα και τα αμπέλια. Παρήγαγε μάλιστα 25 χιλιάδες οκάδες λάδι, πολύ περισσότερο και από το κεντρικό μοναστήρι. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι ο χώρος αυτός ήταν και είναι πολύ σημαντικός για όλο τον Αποκόρωνα.
Το 1905 ένα μέρος της περιουσίας άρχισε να δίνεται σε «μετοχάρηδες» οι οποίοι την εκμεταλλεύονταν. Από αυτό το σημείο και μετά ξεκίνησε και η καταστροφή του χώρου. Το μεγαλύτερο όμως μέρος της περιουσίας του μοναστηριού δόθηκε στο «Εφεδρικό Ταμείο» για να μοιραστεί στους έφεδρους των Βαλκανικών πολέμων και της Μικρασιατικής εκστρατείας. Σήμερα το μοναστήρι δεν έχει περιουσία.
Ειρήνη Κατσαρού: Πότε επαναλειτούργησε το Μοναστήρι;
π. Δωρόθεος: Παρέμεινε έρημο μέχρι το 1989 οπότε το Υπουργείο Πολιτισμού μέσω της Αρχαιολογίας και του προϊστάμενου της Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στα Χανιά κ. Μιχάλη Ανδριανάκη, ο οποίος μάλιστα κατάγεται από τη Λιτσάρδα, άρχισε να ενδιαφέρεται ξεκινώντας από τον καθαρισμό του χώρου. Στη συνέχεια αναστηλώθηκαν τα κτίρια που βλέπετε και το 1996 λειτουργεί πλέον σαν Μονή. Μην ξεχνάτε ότι η επαρχία μας ήταν η μοναδική επαρχία στην Κρήτη που δεν είχε μοναστήρι.
Παρασκευούλα Ανδρεάκη: Από πού προέρχεται η ονομασία του Μοναστηριού;
π. Δωρόθεος: Δεν μπορούμε να ξέρομε ακριβώς αλλά υπολογίζομε ότι το μοναστήρι πήρε την ονομασία του από τις πολλές καρυδιές. Επίσης ο οικισμός που υπήρχε εδώ λεγόταν «Καρύδι». Το 1600 βλέπομε από τους χάρτες ότι υπήρχε ο οικισμός και μάλιστα είχε και άνδρες που μπορούσαν να πάνε στο στρατό. Δεν ξεχνάμε ποτέ τη στρατιωτική σημασία αυτού του περάσματος αφού η επαρχία Σφακίων είχε πρωτεύουσα το Βάμο.
Σπυριδούλα Βοτζάκη: Ποια ήταν η αφορμή για την επαναλειτουργία του Μοναστηριού;
π. Δωρόθεος: Η πρώτη αφορμή ήταν ότι εδώ υπήρχε χώρος μοναστηριού ο οποίος άρχισε να εγκαταλείπεται και να ερημώνεται. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το μοναστήρι σαν τόπος προσευχής ενισχύει την πίστη μας. Ταυτόχρονα η Αρχαιολογική Υπηρεσία ενδιαφέρθηκε για την αρχιτεκτονική των μνημείων και η Εκκλησία για το τόπο προσευχής και μετανοίας.
Νίκος Δουλιανάκης: Ποια ενορία εξυπηρετεί;
π. Δωρόθεος: Το Μοναστήρι δεν ανήκει σε κάποια ενορία. Εξυπηρετεί ολόκληρο τον Αποκόρωνα. Είναι τόπος των Χανίων και όλης της Κρήτης.
Μανούσος Βολικάκης: Ποιοι μένουν εδώ και πως λειτουργεί σήμερα;
π. Δωρόθεος: Εδώ πρώτο μέλημά μας είναι η προσευχή. Υπάρχει μόνο ένας μοναχός ο υποφαινόμενος. Ένας είναι πολύ δύσκολο να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις ενός μοναστηριού. Δεν έχουμε ακόμα βρει το δρόμο μας όμως προσπαθούμε σιγά-σιγά και πιστεύουμε ότι θα τα καταφέρουμε. Γίνεται κάθε πρωί ο Όρθρος και κάθε Σάββατο πρωί η Θεία Λειτουργία. Πιστεύω ότι σε μικρό χρονικό διάστημα θα λειτουργούμε και την Κυριακή.
Με την ευκαιρία να σας πω τι κάνει ο μοναχός κάθε μέρα. Το πρωί γύρω στις έξι ξεκινάει τη μέρα του με τον Όρθρο. Μόλις τελειώσει η ακολουθία θα πάρει το πρωινό του και στη συνέχεια θα πάει να κάνει τα διακονήματά του (τις δουλειές του). Το μεσημέρι το φαγητό του και λίγη ξεκούραση. Το απόγευμα τον Εσπερινό-Απόδειπνο και η μέρα έφυγε γρήγορα.
Σοφία Σταυρουλάκη: Μπορείτε λίγο να μας μιλήσετε για το ελαιοτριβείο με τις εντυπωσιακές καμάρες;
π. Δωρόθεος: Είναι ένα αριστούργημα που έφτιαξαν οι άνθρωποι με τα χέρια τους χωρίς τα σημερινά μέσα. Μιλάμε βέβαια για το 1828. Έχει 12 τόξα και κτίστηκαν τόσα πολλά για να είναι σταθερή η σκεπή αφού τότε χρησιμοποιούσαν χώμα (λεπίδα). Και με δεδομένο ότι στον Αποκόρωνα δεν υπήρχαν μεγάλα δέντρα αλλά δέντρα με μικρούς κορμούς, χρειάστηκε να κατασκευάσουν περισσότερα τόξα.
Ελένη Καλαμιωτάκη: Πως σκεφτήκατε να έρθετε να εγκατασταθείτε εδώ;
π. Δωρόθεος: Πολλά πράγματα στη ζωή μας δεν τα ξέρομε και γίνονται. Ούτε το είχα σχεδιάσει, ούτε το είχα προμελετημένο, ούτε ποτέ κάποιος μου το είχε πει. Όταν ήρθε η ώρα να χειροτονηθώ, μου έκανε πρόταση ο επίσκοπος αν ήθελα να έρθω εδώ επειδή εδώ είναι ο τόπος μου. Έτσι πράγματι το είδα και εγώ, σαν άνθρωπος του Αποκόρωνα, και ήρθα. Γνώριζα τις δυσκολίες όμως ήρθα. Έτσι έπρεπε να αρχίσει η επαναλειτουργία του Μοναστηριού. Πάντως όποιος και να ερχόταν θα τα κατάφερνε αρκεί να είχε τη βοήθεια. Και όταν λέμε βοήθεια δεν εννοούμε μόνο τη χρηματική όπως έρχεται στο μυαλό μας. Λάθος μεγάλο! Σήμερα που ήρθατε εσείς αυτό είναι βοήθεια. Το να έρθετε μια επίσκεψη όταν γιορτάζει ο Άγιος Γεώργιος είναι βοήθεια. Το να έρθετε σε ένα εσπερινό μια Κυριακή απόγευμα είναι βοήθεια. Βεβαίως και χρειάζεται το χρήμα. Δεν είναι όμως εκείνο που θα καθορίσει το τι θα κάνομε πάντοτε.
Μανούσος Βολικάκης: Πόσο καιρό είστε εδώ;
π. Δωρόθεος: Δέκα χρόνια. Σχεδιάζω τον Ιούνιο με τη βοήθεια του Θεού να γιορτάσομε τα 10 χρόνια της Μονής. Γιορτή για μας είναι προσευχή και Θεία Λειτουργία. Δεν έχει καμία σχέση αυτή η γιορτή με το πανηγύρι όπως αυτό γίνεται στα χωριά μας.
Νίκος Δουλιανάκης: Μπορείτε να μα πείτε κάποιες ιστορίες που να σχετίζονται με τον Αϊ Γιώργη;
π. Δωρόθεος: Η παράδοση λέει ότι δύο μεγάλοι τσιφλικάδες Τούρκοι έδωσαν αρκετή περιουσία στο Μοναστήρι. Ο ένας επειδή η κόρη του έπεσε στο πηγάδι. Παρακάλεσε τότε τον Αϊ Γιώργη να σωθεί και σε ένδειξη ευγνωμοσύνης άφησε ένα μεγάλο κομμάτι περιουσίας στον Άγιο.
Ένας άλλος κορόιδευε τους Χριστιανούς που πήγαιναν ταξίματα στον Άγιο. Έτσι με κοροϊδευτικό τρόπο τους είπε θα δώσει και εκείνος στον Άγιο μια χοχλιδόκουπα λάδι. Όταν έφτασε η ώρα να πάει το λάδι ντράπηκε και γέμισε δύο ασκιά. Φτάνοντας στην πόρτα του Αγίου Γεωργίου, το άλογο σκόνταψε, έπεσαν τα ασκιά και έσπασαν, χύθηκε το λάδι και έμειναν μόνο δύο χοχλιδόκουπες. Κατάλαβε έτσι ότι δεν πρέπει να κοροϊδεύουμε, ούτε να παίζομε με τον Άγιο και από ευγνωμοσύνη δώρισε μεγάλη περιουσία στο Μοναστήρι.
Αυτά τα λέει η παράδοση. Και η παράδοση ποτέ δεν λέει ψέματα.
… Σας ευχαριστούμε πολύ…
…Μα δεν έκανα τίποτα. Θέλω να περνάτε μηνύματα στην καρδιά σας και την ψυχή σας για να τα διαβάζουν και τα άλλα παιδιά. Κυρίως του σεβασμού και του αυτοσεβασμού.